Η Διαταραχή Αυτιστικού Φάσματος χαρακτηρίζεται από επίμονα ελλείμματα στην ικανότητα έναρξης και διατήρησης της αμοιβαίας κοινωνικής αλληλεπίδρασης και κοινωνικής επικοινωνίας, αλλά και από μία σειρά περιορισμένων, επαναλαμβανόμενων και άκαμπτων μορφών συμπεριφοράς, ενδιαφερόντων ή δραστηριοτήτων που είναι σαφώς άτυπες ή υπερβολικές για την ηλικία του ατόμου και το κοινωνικοπολιτισμικό πλαίσιο. Η διαταραχή εμφανίζεται κατά την αναπτυξιακή ηλικία, συνήθως στην πρώιμη παιδική ηλικία, αλλά τα συμπτώματα μπορεί να εκδηλωθούν πλήρως αργότερα, όταν οι κοινωνικές απαιτήσεις υπερβαίνουν τις περιορισμένες ικανότητες. Τα ελλείμματα είναι αρκετά σοβαρά για να προκαλέσουν προβλήματα σε προσωπικούς, οικογενειακούς, κοινωνικούς, εκπαιδευτικούς, επαγγελματικούς ή άλλους σημαντικούς λειτουργικούς τομείς και είναι συνήθως ένα διαδεδομένο χαρακτηριστικό της λειτουργίας του ατόμου που παρατηρείται σε όλες τις καταστάσεις, αν και μπορεί να διαφέρουν ανάλογα με τα κοινωνικά, εκπαιδευτικά ή άλλα γενικά πλαίσια. Τα άτομα τα οποία ανήκουν στο φάσμα επιδεικνύουν ένα πλήρες φάσμα πνευματικής λειτουργίας και γλωσσικών ικανοτήτων.
Πληρούνται όλες οι καθοριστικές απαιτήσεις για διαταραχή του αυτιστικού φάσματος. Η διανοητική λειτουργία και η προσαρμοστική συμπεριφορά χαρακτηρίζονται τουλάχιστον μέτριες και υπάρχει μόνο ήπια ή καθόλου εξασθένηση στην ικανότητα του ατόμου να χρησιμοποιεί τη γλώσσα (ομιλούμενη ή νοηματική) λειτουργικά για καθημερινούς σκοπούς, όπως η έκφραση προσωπικών αναγκών και επιθυμιών.
Πληρούνται όλες οι καθοριστικές απαιτήσεις τόσο για τη διαταραχή του αυτιστικού φάσματος όσο και για τη διαταραχή της διανοητικής ανάπτυξης και υπάρχει μόνο ήπια ή καθόλου εξασθένηση στην ικανότητα του ατόμου να χρησιμοποιεί τη γλώσσα (ομιλούμενη ή νοηματική) λειτουργικά για καθημερινούς σκοπούς, όπως για να εκφράσει προσωπικές ανάγκες και επιθυμίες.
Πληρούνται όλες οι καθοριστικές απαιτήσεις για τη διαταραχή του αυτιστικού φάσματος. Η διανοητική λειτουργία και η προσαρμοστική συμπεριφορά χαρακτηρίζονται τουλάχιστον μέτριες και υπάρχει έντονη εξασθένηση στη λειτουργική γλώσσα (ομιλούμενη ή νοηματική) σε σχέση με την ηλικία του ατόμου, με το άτομο να μην μπορεί να χρησιμοποιήσει περισσότερες από μία λέξεις ή απλές φράσεις για καιθημερινούς σκοπούς, όπως για να εκφράσει προσωπικές ανάγκες και επιθυμίες.
Πληρούνται όλες οι καθοριστικές απαιτήσεις τόσο για τη διαταραχή του αυτιστικού φάσματος όσο και για τη διαταραχή της διανοητικής ανάπτυξης και υπάρχει έντονη βλάβη στη λειτουργική γλώσσα (ομιλούμενη ή νοηματική) σε σχέση με την ηλικία του ατόμου, με το άτομο να μην μπορεί να χρησιμοποιήσει περισσότερες από μία λέξεις ή απλές φράσεις για καθημερινούς σκοπούς, όπως η έκφραση προσωπικών αναγκών και επιθυμιών.
Πληρούνται όλες οι καθοριστικές απαιτήσεις τόσο για τη διαταραχή του αυτιστικού φάσματος όσο και για τη διαταραχή της διανοητικής ανάπτυξης και υπάρχει πλήρης, ή σχεδόν πλήρης, απουσία ικανότητας, σε σχέση με την ηλικία του ατόμου, να χρησιμοποιεί λειτουργική γλώσσα (ομιλούμενη ή νοηματική) για καθημερινούς σκοπούς, όπως η έκφραση προσωπικών ανάγκες και επιθυμίες.
Η Αφασία είναι μια επίκτητη επιλεκτική διαταραχή των τροπικοτήτων και λειτουργιών της γλώσσας που είναι αποτέλεσμα μιας εστιακής εγκεφαλικής βλάβης στο επικρατούν για τη γλώσσα ημισφαίριο. Επηρεάζει την επικοινωνιακή και κοινωνική λειτουργικότητα του ατόμου, την ποιότητα ζωής του και την ποιότητα ζωής των συγγενών και των φροντιστών του. Η αφασία, ανάλογα με τα συμπτώματα που παρουσιάζει και την περιοχή που εντοπίζεται η βλάβη διακρίνεται σε:
Αφασία Broca: με μη ρέουσα ομιλία, καλή κατανόηση, διαταραγμένη γλωσσική παραγωγή, αγραμματισμό, διαταταραγμένη ανάγνωση και γραφή,παραγραφίες και παραλεξίες.
Αφασία Wernicke: με ρέουσα ομιλία, διαταραγμένη κατανόηση, καλή γλωσσική παραγωγή, παραγραμματισμό, διαταραγμένη ανάγνωση και γραφή, έλλειψη ενσυναίσθησης, παραγραφίες και παραλεξίες.
Κατονομαστική Αφασία: (ανομία) με καλή κατανόηση, γλωσσική παραγωγή ελαφρώς διαταραγμένη, παραφασίες και ελάχιστα διαταραγμένη ανάγνωση και γραφή.
Αφασία Αγωγής: με καλή κατανόηση γλωσσική παραγωγή ελαφρώς διαταραγμένη, δυσκολία κατονομασίας και αδυναμία επανάληψης λέξεων και προτάσεων, παραφασίες, ελαφρώς διαταραγμένες ανάγνωση και γραφή και παραλείψεις, αντιστροφές και αντικαταστάσεις γραμμάτων.
Διαφλοιική Κινητική Αφασία: με καλή κατανόηση, διαταραγμένη γλωσσική παραγωγή, αγραμματισμό και ελαφρώς διαταραγμένες ανάγνωση και γραφή.
Διαφλοιική Αισθητηριακή Αφασία: με διαταραγμένη κατανόηση, καλή γλωσσική παραγωγή, παραγραμματισμό και διαταραγμένη ανάγνωση και γραφή.
Ολική Αφασία: με διαταραγμένη κατανόηση, διαταραγμένη γλωσσική παραγωγή και διαταραγμένη ανάγνωση και γραφή.
Η Κρανιοεγκεφαλική Κάκωση (Κ.Ε.Κ) χαρακτηρίζεται από οποιοδήποτε τραύμα στο κεφάλι που μπορεί να προκαλέσει κάκωση του κρανίου, του εγκεφάλου ή του τριχωτού της κεφαλής. Συχνά ορίζεται και ως τραυματική εγκεφαλική κάκωση, διάσειση ή τραύμα κεφαλής. Οι Κ.Ε.Κ διαχωρίζονται ανάλογα με τον βαθμό και την μορφολογία της κάκωσης σε ανοιχτά τραύματα και σε κλειστά τραύματα. Τα ανοιχτά τραύματα προκύπτουν όταν έχουν επηρεαστεί οι μήνιγγες και το χτύπημα έχει εισέlθει στον εγκέφαλο. Σε αντίθεση, στα κλειστά τραύματα εντοπίζεται χτύπημα στο κρανίο, αλλά οι μήνιγγες έχουν παραμείνει ανέπαφες και δεν εντοπίζονται κατάγματα. Επικοινωνιακά, οι ασθενείς με Κ.Ε.Κ παρουσιάζουν μειωμένη αναγνώριση και ανταπόκριση προς το περιβάλλον, προβλήματα μνήμης, συγκεχυμένη σκέψη και προβλήματα προσανατολισμού σε τόπο και χρόνο. Επίσης, εμφανίζονται προβλήματα λόγου που οφείλονται σε αφασία κυρίως σε γνωστικές και μνημονικές ελλείψεις. Αυτά χαρακτηρίζονται από δυσκολίες ανάκλησης λέξεων, προβλήματα ακουστικής κατανόησης, παραφασίες, πραγματολογικές δυσκολίες και ασύντακτη δομή πρότασης. Όσον αφορά στην ομιλία επακόλουθο σύμπτωμα αποτελεί η δυσαρθρία καθώς οι ασθενείς με Κ.Ε.Κ παρουσιάζουν προβλήματα οργάνωσης της ομιλίας.
Βλάβη Δεξιού Ημισφαιρίου: Η Βλάβη Δεξιού Ημισφαιρίου (ΒΔΗ) αποτελεί βλάβη στη δεξιά πλευρά του εγκεφάλου. Τα δυο ημισφαίρια διαφέρουν μεταξύ τους ως προς τις λειτουργίες του σώματος και δεξιότητες. Η δεξιά πλευρά συνήθως είναι υπεύθυνη για τη γνωστική λειτουργικότητα και η αριστερή για τις γλωσσικές και ομιλητικές λειτουργίες. Βλάβη στοπ δεξί ημισφαίριο οδηγεί σε έκπτωση γνωστικών και επικοινωνιακών ικανοτήτων. Συνήθως το άτομο που παρουσιάζει ΒΔΗ δεν έχει επίγνωση της κατάστασής του. Στη ΒΔΗ παρουσιάζονται διαταραχές προσοχής και οπτικό-χωρικές δυσκολίες. Μια από αυτές είναι η μονόπλευρη παραμέληση ή απόρριψη αριστερής πλευράς (αμέλεια). Χαρακτηριστικά, αυτά τα άτομα αμελούν να χτενίζουν την αριστερή πλευρά των μαλλιών τους ή δεν θα φάνε το φαγητό που βρίσκεται στην αριστερή πλευρά του πιάτου τους. Επιπλέον επηρεάζεται και η ανάγνωση και η γραφή καθώς δεν μπορούν να διαβάσουν και να γράψουν από την αριστερή πλευρά του χαρτιού. Γενικότερα αγνοούν οτιδήποτε βρίσκεται στην αριστερή πλευρά τους. Επίσης οι ασθενείς με ΒΔΗ δυσκολεύονται να εκφραστούν σε κατάλληλα πλαίσια και να αναγνωρίσουν συναισθηματικά πλαίσια επικοινωνίας. Η ομιλία τους χαρακτηρίζεται από ακατάληπτη προσωδία, ιδιαίτερα όταν αφορά συναισθήματα όπως λύπη, ενθουσιασμό, έκπληξη, απογοήτευση. Τέλος συνήθως εμφανίζεται έκπτωση στην μνήμη και σε άλλες εκτελεστικές λειτουργίες όπως δυσκολίες στον προσανατολισμό, την οργάνωση, την επίλυση των προβλημάτων και την πραγματολογία.